αντικατασκοπεία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντικατασκοπεία < αντι- + κατασκοπεία (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική contre-espionnage)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αντικατασκοπεία θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντικατασκοπεία
→ δείτε τη λέξη αντικατασκοπία |