αποζούδι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αποζούδι | τα | αποζούδια |
γενική | του | αποζουδιού | των | αποζουδιών |
αιτιατική | το | αποζούδι | τα | αποζούδια |
κλητική | αποζούδι | αποζούδια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αποζούδι ουδέτερο
- (ιδιωματικό) (λαϊκότροπο) το στερνοπαίδι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αποζούδι
|