ασφοδίλι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ασφοδίλι τα ασφοδίλια
      γενική του ασφοδιλιού των ασφοδιλιών
    αιτιατική το ασφοδίλι τα ασφοδίλια
     κλητική ασφοδίλι ασφοδίλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ασφοδίλι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ασφοδίλι ουδέτερο

  • ποώδες φυτό που φυτρώνει σε πετρώδη εδάφη ή λιβάδια, σύμβολο τού πένθους στην αρχαιότητα, ο ασφόδελος, το ασφοδέλι
    ※  Λορέντζος Μαβίλης, Λήθη, (απόσπασμα), ※  @ebooks.edu.gr
    Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
    την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
    ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,
    μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι.
    […]
    Κι αν πιουν θολό νερό ξαναθυμούνται,
    διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι·
    πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.
    [μεταγραφή σε μονοτονικό από το]
    Καλότυχοι oἱ νεκροὶ ποὺ λησμονᾶνε
    τὴν πίκρα τῆς ζωῆς. Ὅντας βυθίση
    ἥλιος καὶ τὸ σούρουπο ἀκλουθήση,
    μὴν τοὺς κλαῖς, ὁ καημός σου ὅσος καὶ νἆναι.
    […]
    Κι’ ἂν πιοῦν θολὸ νερὸ ξαναθυμοῦνται,
    διαβαίνοντας λειβάδια ἀπὸ ἀσφοδίλι,
    πόνους παληοὺς ποὺ μέσα τους κοιμοῦνται.

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]