Μετάβαση στο περιεχόμενο

βαυαρικά

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Κατηγορία:Βαυαρική γλώσσα

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα βαυαρικά
      γενική των βαυαρικών
    αιτιατική τα βαυαρικά
     κλητική βαυαρικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βαυαρικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου βαυαρικός στον πληθυντικό < Βαυαρός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βαυαρικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

βαυαρικά