διαμορφώτρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διαμορφώτρια < διαμορφωτής + -τρια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
διαμορφώτρια θηλυκό
- θηλυκό του διαμορφωτής
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διαμορφώτρια