Μετάβαση στο περιεχόμενο

ειδησούλα

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ειδησούλα οι ειδησούλες
      γενική της ειδησούλας
    αιτιατική την ειδησούλα τις ειδησούλες
     κλητική ειδησούλα ειδησούλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ειδησούλα < είδηση + υποκοριστικό επίθημα -ούλα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ειδησούλα θηλυκό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]