ημιαθροιστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ημιαθροιστής οι ημιαθροιστές
      γενική του ημιαθροιστή των ημιαθροιστών
    αιτιατική τον ημιαθροιστή τους ημιαθροιστές
     κλητική ημιαθροιστή ημιαθροιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ηλεκτρονικό σύμβολο ημιαθροιστή

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ημιαθροιστής < ημι- + αθροιστής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ημιαθροιστής αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]