ισλαμο-αριστερισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ισλαμο-αριστερισμός < ισλαμ- + -ο- + αριστερισμός
- Όρος που επινοήθηκε από τον Γάλλο συγγραφέα Πασκάλ Μπρυκνέρ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ισλαμο-αριστερισμός αρσενικό
- (νεολογισμός) (πολιτική) διασύνδεση ή συμμαχία σε πολιτικό επίπεδο ή στο πεδίο του πολιτικού λόγου μεταξύ αριστερών και ισλαμιστών
- ※ αντίπαλο στρατόπεδο: Ένα είναι, για τους αντιτιθέμενους του, εκείνο που προσπαθεί να επαναφέρει μία «συντηρητική» ατζέντα με επίκληση των φιλελεύθερων αξιών, το άλλο είναι, και πάλι για τους δικούς του αντιπάλους, κάτι που έχει αρχίσει πλέον να χαρακτηρίζεται «ισλαμο-αριστερισμός» (islamo-gauchisme, όρος επανέρχεται όλο και περισσότερο τελευταία σε άρθρα και αναλύσεις). (Από την «ξενοφοβία» ώς τον «ισλαμο-αριστερισμό», Τρελάθηκαν οι Γάλλοι και συζητούν αν η «Μαριάννα» είναι γυμνόστηθη; in.gr 31 Αυγούστου 2016)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ισλαμο-αριστερισμός