Μετάβαση στο περιεχόμενο

κακκάβι

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: κακάβι, κακκάβιον
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κακκάβι τα κακκάβια
      γενική του κακκαβιού των κακκαβιών
    αιτιατική το κακκάβι τα κακκάβια
     κλητική κακκάβι κακκάβια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κακκάβι < κακκάβιον, υποκοριστικό του κακκάβη (: χύτρα)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κακκάβι ουδέτερο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]