κομβικότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κομβικότητα οι κομβικότητες
      γενική της κομβικότητας των κομβικοτήτων
    αιτιατική την κομβικότητα τις κομβικότητες
     κλητική κομβικότητα κομβικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κομβικότητα < αγγλική nodality. Μορφολογικά αναλύεται σε κομβικ(ός) + -ότητα.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /koɱ.viˈko.ti.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κομ‐βι‐κό‐τη‐τα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κομβικότητα θηλυκό

  • η ιδιότητα του κομβικού
    ※  Από πλευράς μας έχουμε δυσκολία να διαβάσουμε ολικά το φαινόμενο της «κομβικής Τουρκίας». Καταφεύγουμε συνήθως στα σταθερά αρνητικά στερεότυπα για «την Τουρκία που παίζει διπλό παιχνίδι», που «πατάει σε δύο βάρκες» και άλλα ηχηρά παρόμοια. Με αποτέλεσμα να μην «πιάνουμε» την έκταση των συνεπειών που έχει η «κομβικότητα ισχύος» στην πολιτική ή και στον αναθεωρητισμό της Άγκυρας.
    Ιωακειμίδης, Π. Κ. (4 Οκτωβρίου 2012), Η νέα (γεωπολιτική) θέση της Τουρκίας – Τι σημαίνει για την Ελλάδα, Το Βήμα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • κομβικότηταΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)