μεσόκλιμα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μεσόκλιμα τα μεσοκλίματα
      γενική του μεσοκλίματος των μεσοκλιμάτων
    αιτιατική το μεσόκλιμα τα μεσοκλίματα
     κλητική μεσόκλιμα μεσοκλίματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεσόκλιμα < μέσος + -ο- + κλίμα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μεσόκλιμα ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]