μεσόκλιμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μεσόκλιμα ουδέτερο
- το κλίμα κάποιων ενδιάμεσων μικρών περιοχών στο ενδιάμεσο μιας ευρύτερης περιοχής, το οποίο δεν αντιπροσωπεύει ούτε πάντα συμφωνεί με το κλίμα της ευρύτερης περιοχής
Συγγενικά[επεξεργασία]
- μεσοκλιματολογία
- → δείτε τις λέξεις μέσος και κλίμα
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεσόκλιμα
|