Μετάβαση στο περιεχόμενο

μπιζελιά

Από Βικιλεξικό
μπιζελιά με καρπούς
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μπιζελιά οι μπιζελιές
      γενική της μπιζελιάς των μπιζελιών
    αιτιατική την μπιζελιά τις μπιζελιές
     κλητική μπιζελιά μπιζελιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μπιζελιά < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μπιζελιά θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]