προβατάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το προβατάκι τα προβατάκια
      γενική
    αιτιατική το προβατάκι τα προβατάκια
     κλητική προβατάκι προβατάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προβατάκι < υποκοριστικό του πρόβατο

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

προβατάκι ουδέτερο

  1. μικρό πρόβατο
  2. {για κύματα, στον πληθυντικό) → δείτε τη λέξη προβατάκια

Μεταφράσεις[επεξεργασία]