σιγκούνι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σιγκούνι τα σιγκούνια
      γενική του σιγκουνιού των σιγκουνιών
    αιτιατική το σιγκούνι τα σιγκούνια
     κλητική σιγκούνι σιγκούνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σιγκούνι < (άμεσο δάνειο) αλβανική shegune [1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σιγκούνι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]