υαλοσφαιρίδιο
Εμφάνιση
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | υαλοσφαιρίδιο | τα | υαλοσφαιρίδια |
γενική | του | υαλοσφαιρίδιου & υαλοσφαιριδίου |
των | υαλοσφαιρίδιων & υαλοσφαιριδίων |
αιτιατική | το | υαλοσφαιρίδιο | τα | υαλοσφαιρίδια |
κλητική | υαλοσφαιρίδιο | υαλοσφαιρίδια | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]υαλοσφαιρίδιο ουδέτερο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υαλοσφαιρίδιο
Κατηγορίες:
- Σελίδες που χρειάζονται επιμέλεια (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βούτυρο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ίδιο (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)