υπογραμμή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υπογραμμή θηλυκό
- (σπάνιο) η γραμμή με την οποία υπογραμμίζεται μια φράση ή λέξη
- ※ Δι' υπογραμμής σημειούνται τα μη ασφαλή θεωρούμενα γράμματα (Ιάκωβος Θωμόπουλος, Πελασγικά, ήτοι περί της γλώσσης των Πελασγών: Μέρος Πρώτον, εκδ. Πελεκάνος, 2015, σελ. 106 [1])
- (πληροφορική) ο χαρακτήρας "_" (στα αγγλικά "underscore")
- ※ Εναλλαγή δρομέα - Αλλάζει την μορφή του δρομέα από υπογραμμή σε τετράγωνο ή από τετράγωνο σε υπογραμμή. (Προκαθορισμένοι χαρακτήρες και λειτουργίες, synergates.ethniki-asfalistiki.gr, ανάκτηση 30/7/2023 [2])
- μικρότερη γραμμή που υπάγεται σε άλλη
- ※ Λόγω τεχνικής βλάβης το τηλέφωνο του Γ.Ν. Λιβαδειάς 22610 – 84100 και όλες οι υπογραμμές του, δεν λειτουργούν. (Ανακοίνωση από το Νοσοκομείο Λιβαδειάς για τα τηλέφωνα επικοινωνίας του, stereanews.gr, 26/12/2019 [3])
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υπογραμμή
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα υπο- (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Σπάνιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Πληροφορική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)