φαινομενισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φαινομενισμός οι φαινομενισμοί
      γενική του φαινομενισμού των φαινομενισμών
    αιτιατική τον φαινομενισμό τους φαινομενισμούς
     κλητική φαινομενισμέ φαινομενισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φαινομενισμός < φαινόμενο και -ισμός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φαινομενισμός αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]