φοινικόδεντρο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]φοινικόδεντρο ουδέτερο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φοινικόδεντρο
→ δείτε τη λέξη φοίνικας |
φοινικόδεντρο ουδέτερο
→ δείτε τη λέξη φοίνικας |