φραγκολεβαντίνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φραγκολεβαντίνος οι φραγκολεβαντίνοι
      γενική του φραγκολεβαντίνου των φραγκολεβαντίνων
    αιτιατική τον φραγκολεβαντίνο τους φραγκολεβαντίνους
     κλητική φραγκολεβαντίνε φραγκολεβαντίνοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φραγκολεβαντίνος < Φράγκος + Λεβαντίνος ( < Λεβάντε)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φραγκολεβαντίνος αρσενικό, φραγκολεβαντίνα και φραγκολεβαντίνη θηλυκό

  1. άντρας ευρωπαϊκής καταγωγής, ιδιαίτερα ιταλο-γαλλικής, του οποίου η οικογένεια έχει εγκατασταθεί από παλιά σε χώρα της Εγγύς Ανατολής
    • καθολικός, απόγονος ευρωπαίου, κάτοικος περιοχής επηρεασμένης από παλαιότερη ευρωπαϊκή κατάκτηση, που σχετίζεται με λατινόφωνη χώρα
  2. (μειωτικό) άνθρωπος χωρίς εθνική ή ηθική συνείδηση
  3. (μειωτικό) μαλθακό άτομο με δυτική παιδεία, ήθη και τρόπο ζωής

Συνώνυμα[επεξεργασία]

  • λατινόφωνος καθολικός της ανατολής
  • Άραβας ή Έλληνας ρωμαιοκαθολικός
  • άνθρωπος της ανατολής επηρεασμένος πολιτισμικά από λατινόφωνο και καθολικό πολιτισμό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]