φρυγαδέλι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φρυγαδέλι | τα | φρυγαδέλια |
γενική | του | φρυγαδελιού | των | φρυγαδελιών |
αιτιατική | το | φρυγαδέλι | τα | φρυγαδέλια |
κλητική | φρυγαδέλι | φρυγαδέλια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φρυγαδέλι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φρυγαδέλι ουδέτερο
- (γαστρονομία, ιδιωματικό) ψητό φαγητό, μεζές από τη Δυτική Ελλάδα, βασισμένο κυρίως σε κομμάτια συκωτιού
- ※ Ένας από τους πιο νόστιμους μεζέδες, που φτιάχνεται στην Κεντρική Ελλάδα και σε άλλες περιοχές της χώρας, το Πάσχα κι όχι μόνο, το φρυγαδέλι, είναι ένας τρόπος να φαγωθεί από μικρούς και μεγαλύτερους το τόσο χρήσιμο για το οργανισμό συκώτι (Σπιτικό φρυγαδέλι στα κάρβουνα ή στον φούρνο, Εφημερίδα Τα Νέα, 18 Νοεμβρίου 2019 [1])
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φρυγαδέλι
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
- Ιδιωματικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)