Kale

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: kale, kalë

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Kale < προέλευσης από την αρχαία ελληνική Καλή

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /keɪli/

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Kale

  1. (μυθολογία) κόρη του Δία
  2. (αστρονομία) ο δορυφόρος Καλή του πλανήτη Δία

Δείτε επίσης[επεξεργασία]



Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Kale < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Kale αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [2]



Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Kale < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Kale αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [3]



Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Kale < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kaˈle/

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Kale

  1. παλαιότερη ονομασία της κωμόπολης της Τουρκίας Derme, στην Επαρχία της Αττάλειας, εκεί όπου βρισκόταν η αρχαία πόλη Μύρα
  2. όνομα διαφόρων χωριών της Τουρκίας
  3. όνομα διοικητικού διαμερίσματος στην Επαρχία της Μαλάτειας και στην Επαρχία Ντενιζλί της Τουρκίας
  4. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) [1]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. forebears.io, ανακτήθηκε 17/9/2023, [1].



Φινλανδικά (fi)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Kale < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Kale αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [4], φύλλο Miehet ens