absent
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- absent < μέση αγγλική absent < μέση γαλλική absent < παλαιά γαλλική ausent < λατινική absens < abesse < ab + esse
Επίθετο[επεξεργασία]
absent (en)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | absent | absents |
θηλυκό | absente | absentes |
absent (fr)
[επεξεργασία]
Ρουμανικά (ro) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
absent (ro)