alimentaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

alimentaire < λατινική alimentarius

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.li.mɑ̃.tɛʁ/
 

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
alimentaire alimentaires

alimentaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη  aliment

Σύνθετα[επεξεργασία]