colo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | colo | coloj |
αιτιατική | colon | colojn |
colo (eo)
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- colo < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα[επεξεργασία]
colo (la)
Κλίση[επεξεργασία]
Γ' συζυγία (colo, colui, cultum, colere)
|
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
colo (pt)