comment

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Πηγαίος κώδικας σε Java με σχόλια προλόγου σε κόκκινο χρώμα και εμβόλιμα σχόλια σε πράσινο χρώμα. Ο κώδικας του προγράμματος είναι σε μπλε χρώμα.

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈkɒmɛnt/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈkɑmɛnt/ (ΗΠΑ)
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
comment comments

comment (en)

  1. (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) το σχόλιο, η παρατήρηση
    I always read the comments before writing mine.
    Πάντα διαβάζω τα σχόλια πριν γράψω το δικό μου.
    See my comment right here.
    Δες το σχόλιό μου ακριβώς εδώ.
    The committee studiously considered all of the above comments.
    Η επιτροπή μελέτησε επιμελώς όλες τις ανωτέρω παρατηρήσεις.
  2. (προγραμματισμός) το σχόλιο στον πηγαίο κώδικα γλώσσας προγραμματισμού
    ※  «Code tells you how; Comments tell you why.» Jeff Atwood
    «Ο κώδικας λέει το πώς· τα "Σχόλια" λένε το γιατί» - Τζεφ Άτγουντ[1]
    ※  In programming, comments can also be used to prevent some code lines from being executed. This is useful when testing. [2]
    «Στον προγραμματισμό, τα σχόλια μπορούν επιπλέον να χρησιμοποιηθούν για να αποτρέψουν την εκτέλεση κάποιων γραμμών κώδικα. Αυτό είναι χρήσιμο κατά τις δοκιμές.»
    → δείτε τη λέξη docstring
     αντώνυμα: active code
ενεστώτας comment
γ΄ ενικό ενεστώτα comments
αόριστος commented
παθητική μετοχή commented
ενεργητική μετοχή commenting

comment (en)

  1. σχολιάζω
    Everyone commented on her behavior.
    Όλοι σχολίασαν το φέρισμό της.
    I usually don’t comment on social media.
    Εγώ συνήθως δε σχολιάζω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
  2. (προγραμματισμός) τοποθετώ σχόλιο στον πηγαίο κώδικα γλώσσας προγραμματισμού

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίρρημα

[επεξεργασία]

comment (fr)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

comment (fr) αρσενικό άκλιτο