developed

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός developed
συγκριτικός more developed
υπερθετικός most developed

developed (en)

  • προηγμένος, για μια χώρα, κοινωνία κτλ. που έχει πολλές βιομηχανίες και πολύπλοκο οικονομικό σύστημα
    developed countries - προηγμένες χώρες

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

developed (en)

Πηγές[επεξεργασία]