diffuse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | diffuse |
συγκριτικός | more diffuse |
υπερθετικός | most diffuse |
diffuse (en)
Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | diffuse |
γ΄ ενικό ενεστώτα | diffuses |
αόριστος | diffused |
παθητική μετοχή | diffused |
ενεργητική μετοχή | diffusing |
diffuse (en)