Μεσοχώρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Μεσοχώρι τα Μεσοχώρια
      γενική του Μεσοχωρίου των Μεσοχωρίων
    αιτιατική το Μεσοχώρι τα Μεσοχώρια
     κλητική Μεσοχώρι Μεσοχώρια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Μεσοχώρι < μεσοχώρι < μεσο- + -χώρι. Δείτε και Μεσοχώριον (καθαρεύουσα, επίσημη, παλαιότερη ονομασία)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /me.soˈxo.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Με‐σο‐χώ‐ρι

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μεσοχώρι ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]