expected
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | expected |
συγκριτικός | more expected |
υπερθετικός | most expected |
expected (en)
- αναμενόμενος
- ⮡ These results were not expected.
- Τα αποτελέσματα αυτά δεν ήταν αναμενόμενα.
- ⮡ It was expected that this would happen./It was expected for this to happen.
- Ήταν αναμενόμενο να συμβεί αυτό.
- ⮡ After the country’s entrance to the Eurozone, one of the expected positive effects was the attraction of international capital.
- Μετά την είσοδο της χώρας στην Ευρωζώνη, μια από τις αναμενόμενες θετικές επιπτώσεις ήταν και η προσέλκυση διεθνών κεφαλαίων.
- ⮡ These results were not expected.
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]expected (en)