Μετάβαση στο περιεχόμενο

expected

Από Βικιλεξικό

Επίθετο

[επεξεργασία]
παραθετικά
θετικός expected
συγκριτικός more expected
υπερθετικός most expected

expected (en)

  • αναμενόμενος
      These results were not expected.
    Τα αποτελέσματα αυτά δεν ήταν αναμενόμενα.
      It was expected that this would happen./It was expected for this to happen.
    Ήταν αναμενόμενο να συμβεί αυτό.
      After the country’s entrance to the Eurozone, one of the expected positive effects was the attraction of international capital.
    Μετά την είσοδο της χώρας στην Ευρωζώνη, μια από τις αναμενόμενες θετικές επιπτώσεις ήταν και η προσέλκυση διεθνών κεφαλαίων.

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

expected (en)