hard-working
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | hard-working |
συγκριτικός | more hard-working |
υπερθετικός | most hard-working |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]hard-working (en)
παραθετικά | |
θετικός | hard-working |
συγκριτικός | more hard-working |
υπερθετικός | most hard-working |
hard-working (en)