hard-working

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός hard-working
συγκριτικός more hard-working
υπερθετικός most hard-working

Ετυμολογία [επεξεργασία]

hard-working < hard + working

Επίθετο[επεξεργασία]

hard-working (en)

Πηγές[επεξεργασία]