iron
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
iron < (κληρονομημένο) μέση αγγλική iren
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
iron (en)
- (χημεία) το χημικό στοιχείο: σίδηρος
- σίδερο