item
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
item (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
item (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
item | items |
item (fr) αρσενικό