królestwo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική królestwo królestwa
γενική królestwa królestw
δοτική królestwu królestwom
αιτιατική królestwo królestwa
οργανική królestwem królestwami
τοπική królestwu królestwach
κλητική królestwo królestwa

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kruˈlɛstfɔ/
 

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

królestwo (pl) < król + (e για ευφωνία) +-stwo

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

królestwo (pl) ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη król