overhang

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

overhang < over- + hang

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
overhang overhangs

overhang (en)

  • η προεξοχή, η περίσσεια που εξέχει/πετάει έξω

Ρήμα[επεξεργασία]

ενεστώτας overhang
γ΄ ενικό ενεστώτα overhangs
αόριστος overhung, overhanged
παθητική μετοχή overhung, overhanged
ενεργητική μετοχή overhanging
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

overhang (en) (μεταβατικό και αμετάβατο)

  • προεξέχω πάνω από
    cliffs/branches overhanging a river - βράχια/κλαδιά που προεξέχουν πάνω από ένα ποτάμι
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη protrude

Πηγές[επεξεργασία]