pet
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pet | pets |
pet (en)
- το κατοικίδιο ζώο
Επίθετο[επεξεργασία]
pet (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pet | pets |
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pet (fr) θηλυκό
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pet (pl) αρσενικό
- (οικείο) γόπα, αποτσίγαρο
[επεξεργασία]
Σερβοκροατικά (sh)[επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
pet (sh)
Κατηγορίες:
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Επίθετα (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (πολωνικά)
- Πολωνική γλώσσα
- Ουσιαστικά (πολωνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (πολωνικά)
- Οικείοι όροι (πολωνικά)
- Σερβοκροατική γλώσσα
- Αριθμητικά (σερβοκροατικά)
- Αντίστροφο λεξικό (σερβοκροατικά)