uber
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- uber < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]uber (la) ουδέτερο
Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | uber | ubĕră |
γενική | ubĕris | ubĕrum |
δοτική | ubĕrī | ubĕrĭbus |
αιτιατική | uber | ubĕră |
κλητική | uber | ubĕră |
αφαιρετική | ubĕre | ubĕrĭbus |
Επίθετο
[επεξεργασία]uber (la)
Πηγές
[επεξεργασία]- uber - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.