union
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
union | unions |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- union < (άμεσο δάνειο) παλαιά γαλλική union
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
union (en)
- ένωση
- (θεωρία συνόλων) ένωση συνόλων
- σύμβολο: ⋃
- ≠ αντώνυμα: intersection (σύμβολο: ⋂)
- συγγενικό: difference
- δείτε επίσης: union (set theory) στην αγγλική Βικιπαίδεια
- union (set theory), εικόνες στα Wikimedia Commons
- (βάσεις δεδομένων), (στη σχεσιακή άλγεβρα) ένωση σχέσεων
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
union στην αγγλική Βικιπαίδεια
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
union (fr)θηλυκό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
union στην αγγλική Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Θεωρία συνόλων (αγγλικά)
- Βάσεις δεδομένων (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)