πλάτος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ko
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 76: Γραμμή 76:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|πλατοσ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[en:πλάτος]]
[[en:πλάτος]]

Αναθεώρηση της 21:00, 24 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'μέρος'

Ετυμολογία

πλάτος < αρχαία ελληνική πλάτος < πλατύς

Ουσιαστικό

πλάτος ουδέτερο

  1. η δεύτερη μεγαλύτερη διάσταση των στερεών σωμάτων
    οι τρεις διαστάσεις ενός στερεού σώματος είναι: το μήκος, το πλάτος και το ύψος
     συνώνυμα: φάρδος
  2. (Ορολογία) το (μαθηματικό) σύνολο όλων των αντικειμένων που αντιπροσωπεύει μια έννοια (ο ορισμός έχει διεθνώς τυποποιηθεί με το πρότυπο ISO 1087-1:2000)
     συνώνυμα: έκταση
    Παραδείγματα
    πλάτος της (ατομικής) έννοιας «Πανεπιστήμιο Αθηνών» είναι το μονοσύνολο (σύνολο με ένα μόνο στοιχείο):
    Π = {Πανεπιστήμιο Αθηνών (ως ένα και μόνο αντικείμενο)}
    πλάτος της (ατομικής) έννοιας «τετράγωνο του 2» είναι το μονοσύνολο:
    Π = {4}
    πλάτος της (γενικής) έννοιας «φυσικός αριθμός» είναι το απειροσύνολο:
    Π = {1, 2, 3, ...}
    πλάτος της (γενικής) έννοιας «ομηρικό έπος» είναι το δισύνολο:
    Π = {Ιλιάδα, Οδύσσεια}

Εκφράσεις

το γεωγραφικό πλάτος της Αθήνας είναι 38°


Συγγενικά

→ δείτε τη λέξη  πλατύς

Μεταφράσεις