Γη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Γη | ||
γενική | της | Γης | ||
αιτιατική | τη | Γη | ||
κλητική | Γη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |

Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Γη < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική γῆ
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Γη θηλυκό
- (αστρονομία) ο τρίτος, σε σειρά απόστασης από τον Ήλιο, πλανήτης του ηλιακού συστήματος
- ↪ η Γη περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της και περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο
- ο πλανήτης στον οποίο βρισκόμαστε
- ↪ η Γη περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της και περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο
- η θεά Γαία στη δημοτική
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- το σχήμα της Γης είναι ελλειψοειδές εκ περιστροφής και χαρακτηρίζεται ειδικά ως γεωειδές
[επεξεργασία]
- Γαίες (πληθυντικός του Γαία, για αναφορά σε εξωπλανήτες που δυνητικά μοιάζουν στη Γη)
→ και δείτε τη λέξη γη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ομόηχα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αστρονομία (νέα ελληνικά)
- Πλανήτες (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)