εικονοστάσιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ απλοποίηση προτ. κλίσης
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'πρόσωπο'|εικονοστάσι|εικονοστασί}}
{{el-κλίσ-'πρόσωπο'}}


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===

Αναθεώρηση της 20:53, 28 Ιουλίου 2013

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το εικονοστάσιο τα εικονοστάσια
      γενική του εικονοστασίου
εικονοστάσιου
των εικονοστασίων
    αιτιατική το εικονοστάσιο τα εικονοστάσια
     κλητική εικονοστάσιο εικονοστάσια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εικονοστάσιο < εικόνα + -στάσιο < ἵστημι

Ουσιαστικό

εικονοστάσιο και εικονοστάσι ουδέτερο

  1. η κατασκευή ή το σημείο όπου τοποθετούμε θρησκευτικές εικόνες
  2. (θρησκεία) το ξύλινο, μαρμάρινο ή πέτρινο διάφραγμα που χωρίζει το Ιερό Βήμα από τον κυρίως χριστιανικό ορθόδοξο ναό.

Συνώνυμα

Σημειώσεις

  • εικονοστάσιο δεν υφίσταται στους ναούς της Καθολικής Εκκλησίας, των άλλων χριστιανικών δογμάτων, αλλά ούτε και σε μουσουλμανικά τεμένη. Στους αρχαίους ελληνικούς ναούς υπήρχε ως όμοιο διάφραγμα χωρίς να φέρονται επ΄ αυτού εικονίσματα.

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις