πλαστικό: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ru
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
Γραμμή 100: Γραμμή 100:


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

[[fi:πλαστικό]]
[[mg:πλαστικό]]
[[pl:πλαστικό]]
[[ru:πλαστικό]]

Αναθεώρηση της 21:40, 25 Μαΐου 2017

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πλαστικό τα πλαστικά
      γενική του πλαστικού των πλαστικών
    αιτιατική το πλαστικό τα πλαστικά
     κλητική πλαστικό πλαστικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ουσιαστικό

πλαστικό ουδέτερο

  1. οργανικό προϊόν, συνθετικό, ημισυνθετικό ή φυσικό εύπλαστο πολυμερές

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

πλαστικό