Κως
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κως | ||
γενική | της | Κω | ||
αιτιατική | την | Κω | ||
κλητική | Κω | |||
Επίσης, η Κω, της Κως Αρχαία κλητική, ὦ Κῶς | ||||
Κατηγορία όπως «άλως» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κως < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Κῶς
Προφορά
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κως θηλυκό
- νησί της Δωδεκανήσου
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Κως στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'άλως' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις - τοπωνύμια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Νησιά της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Νησιά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)