βρογχοπνευμονία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βρογχοπνευμονία οι βρογχοπνευμονίες
      γενική της βρογχοπνευμονίας των βρογχοπνευμονιών
    αιτιατική τη βρογχοπνευμονία τις βρογχοπνευμονίες
     κλητική βρογχοπνευμονία βρογχοπνευμονίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βρογχοπνευμονία < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική bronchopneumonia < αρχαία ελληνική βρόγχος + πνευμονία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βρογχοπνευμονία θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]