γαϊτανοφρύδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γαϊτανοφρύδα οι γαϊτανοφρύδες
      γενική της γαϊτανοφρύδας
    αιτιατική τη γαϊτανοφρύδα τις γαϊτανοφρύδες
     κλητική γαϊτανοφρύδα γαϊτανοφρύδες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γαϊτανοφρύδα < γαϊτάν(ι) +-ο- + φρύδ(ι) +
  • και επίθετο

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɣai̯.ta.noˈfɾi.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γαϊ‐τα‐νο‐φρύ‐δα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γαϊτανοφρύδα θηλυκό (αρσενικό γαϊτανοφρύδης))

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

γαϊτανοφρύδα

Πηγές[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη γαϊτανοφρύδης