εικόνισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εικόνισμα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]εικόνισμα ουδέτερο
- θρησκευτική εικόνα
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- κάνω εικόνισμα σε κάποιον: έκφραση που δείχνει τη μεγάλη ευγνωμοσύνη που χρώστώ σε κάποιον