ριζονευρίτιδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ριζονευρίτιδα οι ριζονευρίτιδες
      γενική της ριζονευρίτιδας των ριζονευρίτιδων
    αιτιατική τη ριζονευρίτιδα τις ριζονευρίτιδες
     κλητική ριζονευρίτιδα ριζονευρίτιδες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ριζονευρίτιδα < ρίζα + νευρίτιδα ( νεύρο + -ίτιδα ) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ριζονευρίτιδα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]