συλλείτουργο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συλλείτουργο ουδέτερο
- Συλλείτουργο ονομάζεται η συμμετοχή περισσοτέρων του ενός κληρικών στη Θεία Λειτουργία. Διακρίνονται τρεις περιπτώσεις:
- α) Ιερατικό ή πολυιερατικό συλλείτουργο, όταν συμμετέχουν μόνο ιερείς ή και διάκονοι.
- β) Αρχιερατικό συλλείτουργο, όταν μεταξύ των συλλειτουργούντων κληρικών συμμετέχει έστω και ένας αρχιερέας (επίσκοπος).
- γ) Πολυαρχιερατικό συλλείτουργο, όταν συμμετέχουν περισσότεροι του ενός αρχιερείς (επίσκοποι).
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συλλείτουργο
|