τσαρλατανισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τσαρλατανισμός < τσαρλατάν(ος) + -ισμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τσαρλατανισμός αρσενικό
τσαρλατανισμός αρσενικό