χοχλάκιασμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χοχλάκιασμα < χοχλακιάζω, χοχλάκιασα χοχλακιασ- + -μα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xoˈxlaˈca.zma/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χοχλάκιασμα ουδέτερο
- άλλη μορφή του κοχλάκισμα, ο κοχλασμός
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- χοχλακιάζω, χοχλακίζω, κοχλακίζω
- → και δείτε τη λέξη κοχλάζω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χοχλάκιασμα
|