ολιγόμηνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ολιγόμηνος η ολιγόμηνη το ολιγόμηνο
      γενική του ολιγόμηνου της ολιγόμηνης του ολιγόμηνου
    αιτιατική τον ολιγόμηνο την ολιγόμηνη το ολιγόμηνο
     κλητική ολιγόμηνε ολιγόμηνη ολιγόμηνο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ολιγόμηνοι οι ολιγόμηνες τα ολιγόμηνα
      γενική των ολιγόμηνων των ολιγόμηνων των ολιγόμηνων
    αιτιατική τους ολιγόμηνους τις ολιγόμηνες τα ολιγόμηνα
     κλητική ολιγόμηνοι ολιγόμηνες ολιγόμηνα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ολιγόμηνος < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα ὀλιγόμηνος < ὀλιγό- + -μηνος[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /o.liˈɣo.mi.nos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ο‐λι‐γό‐μη‐νος

Επίθετο[επεξεργασία]

ολιγόμηνος, -η, -ο

  • που έχει διάρκεια λίγων μηνών
    ※  Απόλυτα διασταυρωμένες πληροφορίες […] φέρουν την κυβέρνηση αποφασισμένη να προχωρήσει στην αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου ως το τέλος του 2013, αφού προηγηθεί ολιγόμηνος διάλογος με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
    Κώστας Παπαδής, Νόμος-φρένο στις… απεργίες, Το Βήμα, 10 Φεβρουαρίου 2013

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]